Ερώτηση
προς τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού κατέθεσαν
βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ με Θέμα: Η απαξίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης στα δημόσια
ΙΕΚ και η υποβάθμιση της εργασίας των λειτουργών τους.
Τα δημόσια
ΙΕΚ αποτελούν τον βασικό φορέα της μεταλυκειακής επαγγελματικής κατάρτισης στην
χώρα και προσφέρουν μία σημαντική διέξοδο για χιλιάδες παιδιά. Τις μέρες αυτές διενεργούνται
οι προσλήψεις των ωρομισθίων καθηγητών και οι εγγραφές σπουδαστών. Εντούτοις, η
οικονομική υποβάθμιση των ινστιτούτων και ο εργασιακός μεσαίωνας, στον οποίο υποβάλλονται
οι φορείς του έχει ως αποτέλεσμα την πλήρη απαξίωση τους.
Η κατάργηση
του ΟΕΕΚ πριν από δύο περίπου χρόνια οδήγησε σε έναν διοικητικό κατακερματισμό,
με αποτέλεσμα την υποβάθμιση της λειτουργίας των δημοσίων ΙΕΚ και της ποιότητας
των παρεχομένων εκπαιδευτικών υπηρεσιών. Συγκεκριμένα, μετά από αλλεπάλληλες αλλαγές
φορέων λειτουργίας τους, σήμερα το ΙΝΕΔΙΒΙΜ είναι αρμόδιο για μια σειρά από λειτουργικά
και διοικητικά ζητήματα, με την οικονομική διαχείριση να έχει ανατεθεί σε εξωτερικό
λογιστήριο με επιπλέον δαπάνη για το δημόσιο (την ώρα που μια πληθώρα δημοσίων υπαλλήλων
απαξιώνονται χωρίς αντικείμενο εργασίας).
Ταυτόχρονα πολίτες που απευθύνονται στο
εν λόγω ΝΠΙΔ καταγελούν την χαοτική λειτουργία του τελευταίου. Επίσης η περιβόητη
μετάβαση των αρμοδιοτήτων στις Περιφέρειες και παρά το σκάνδαλο δύο διαφορετικών
συμβάσεων για την μελέτη μετάβασης, από διαφορετικά προγράμματα ΕΣΠΑ (ΕΠ «Εκπαίδευση
και Δια Βίου Μάθηση», ΕΠ «Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού») δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί.
Επιπρόσθετα, η πανσπερμία φορέων λειτουργίας δημοσίων ΙΕΚ (ΙΝΕΔΙΒΙΜ, ΕΚΑΒ, ΟΑΕΔ)
έχει ως αποτέλεσμα την ύπαρξη διαφορετικών κριτηρίων πρόσληψης εκπαιδευτών, σχεδιασμού
εκπαιδευτικών προγραμμάτων και επιλογής εκπαιδευόμενων. Σε όλο το χαοτικό πλαίσιο
λειτουργίας προστίθενται και γραφειοκρατικές αγκυλώσεις πάσης φύσεως.
Όλες
αυτές οι αλλαγές πραγματοποιούνται χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό τόσο για το σύνολο
της χώρας όσο και για τις ανάγκες των τοπικών κοινωνιών και οικονομιών. Συγκεκριμένα
παρατηρείται συστηματική μείωση ειδικοτήτων και ανυπαρξία πρόβλεψης για συγκεκριμένες
ειδικότητες στα ΙΕΚ της επαρχίας. Η μείωση των προγραμμάτων σπουδών οφείλεται και
στο γεγονός ότι απαιτείται η εγγραφή ενός μεγάλου αριθμού σπουδαστών για την λειτουργία
του κάθε τμήματος. Το γεγονός αυτό δυσχεραίνει ιδιαίτερα την λειτουργία των δημοσίων
ΙΕΚ στην επαρχία. Το σύστημα των «κουπονιών κατάρτισης» που εισήχθη από την προηγούμενη
ηγεσία του Υπουργείου είναι αφενός απαράδεκτο και αφετέρου δυσλειτουργικό, καθώς
από την μία χρηματοδοτεί ευθέως τα ιδιωτικά ΙΕΚ, από την άλλη καθυστερεί την καταβολή
των διδάκτρων στους δικαιούχους, οι οποίοι και έχουν προκαταβάλει το σύνολο του
ποσού. Όλη αυτή η δυσλειτουργία επιτείνεται και από την ανυπαρξία διδακτικών συγγραμμάτων
και εποπτικού υλικού, χωρίς τα οποία δεν μπορεί να υπάρξει μια σύγχρονη και καινοτόμα
επαγγελματική κατάρτιση.
Παρατηρείται,
επίσης, μια σοβαρή δυσλειτουργία και διαφορετική αντιμετώπιση στο εμπλεκόμενο προσωπικό.
Αφενός, οι αποσπάσεις μονίμων εκπαιδευτικών στα ΙΕΚ στερούνται κριτηρίων και διαφάνειας
και η ΓΓΔΒΜ, αρμόδια για την εποπτεία των ΙΕΚ έχει αποψιλωθεί από έμπειρο στελεχιακό
προσωπικό. Αφετέρου, οι εκπαιδευτές προσλαμβάνονται υπό το καθεστώς του ωρομισθίου
συμβασιούχου ορισμένου χρόνου, οι απολαβές τους είναι εξευτελιστικές και η καταβολή
των δεδουλευμένων παρουσιάζει αδικαιολόγητές καθυστερήσεις, που μπορεί να ξεπεράσει
και τον ένα χρόνο. Για φέτος, πιθανολογείται επίσης η αλλαγή του καθεστώτος των
συμβάσεων από εξαρτημένης εργασίας σε συμβάσεις έργου στις οποίες απαιτείται αυτασφάλιση
του εργαζομένου, όπως συμβαίνει και στα υπόλοιπα έργα που χρηματοδοτούνται μέσω
ΕΣΠΑ.
Επειδή η επαγγελματική εκπαίδευση αποτελεί
εργαλείο κατά της ανεργίας και της οικονομικής κρίσης και τα δημόσια ΙΕΚ αποτελούν
διέξοδο για χιλιάδες παιδιά
Ερωτάται
ο αρμόδιος υπουργός :
Σε ποιες
ενέργειες προτίθεται να προβεί για να διασφαλίσει την ομαλή λειτουργία και την διαφάνεια
στην διοίκηση και την διαχείριση των δημοσίων ΙΕΚ;
Πώς
προτίθεται να στηρίξει οικονομικά και οργανωτικά την λειτουργία των δημοσίων ΙΕΚ,
διασφαλίζοντας τα προγράμματα σπουδών τους με γνώμονα τις οικονομικές και κοινωνικές
ανάγκες της κάθε περιφέρειας;
Με ποιόν
τρόπο θα διασφαλίζεται η εργασιακή αξιοπρέπεια των εκπαιδευτικών και σε επίπεδο
απολαβών, αλλά και σε επίπεδο κοινωνικής ασφάλισης;
Οι ερωτώντες βουλευτές
Τάσος
Κουράκης
Δριτσέλη
Παναγιώτα
Συρμαλένιος
Νίκος
Αϊχάν
Καρά Γιουσούφ
Βαμβακά
Τζένη
Πάντζας
Γιώργος
Κανελοπούλου
Μαρία
Έφη
Γεωργοπούλου-Σαλτάρη
Ερώτηση
Προς
τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού
Θέμα: Αδυναμία φοίτησης παιδιών με οικονομικά προβλήματα στις σχολές επιτυχίας τους.
Η φετινή
ακαδημαϊκή χρονιά ξεκινά με μία πρωτόγνωρη, για τα μεταπολεμικά δεδομένα, μείωση
των εισοδημάτων των ελληνικών οικογενειών. Στο πλαίσιο αυτό, πολλά παιδιά εξαιτίας
οικονομικών προβλημάτων δεν έχουν την δυνατότητα να εγγραφούν και να φοιτήσουν στις
Σχολές επιτυχίας τους. Η ανεπάρκεια των δομών φοιτητικής μέριμνας (σίτισης – στέγασης
– ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης), τα αυξημένα ναύλα που ισχύουν για τις μετακινήσεις
εντός της χώρας, σε συνδυασμό με τις αυξημένες δαπάνες για συγγράμματα, και της
οικτρής οικονομικής κατάστασης των Πανεπιστημίων και ΤΕΙ της χώρας ως προς τις παροχές
αυτές (βιβλιοθήκες, σπουδαστήρια κ.α.), δημιουργούν μία πρωτοφανή αδυναμία των οικογενειών
να στηρίξουν τις σπουδές των παιδιών τους, όταν αυτές πρέπει να υλοποιηθούν σε πόλη
διαφορετική αυτής της μόνιμης κατοικίας τους.
Όσον
αφορά τις πολύτεκνες οικογένειες, ενδεικτικό είναι το γεγονός της μείωσης κατά 30%-50%
των ειδικών θέσεων εισαγωγής πολυτέκνων σε πολλά Πανεπιστήμια και ΤΕΙ της χώρας,
την ίδια ώρα που οι αιτήσεις τους υπερδιπλασιάστηκαν.
Ακυρώνεται
στην πράξη η πολύχρονη και πολυδάπανη προσπάθεια των νέων και των οικογενειών τους
για σπουδές και εισάγονται ακόμα πιο σκληρά ταξικά φίλτρα, καθώς αποκλείονται από
την Ανώτατη Εκπαίδευση τα παιδιά των λαϊκών στρωμάτων, που αποτελούν την πλειονότητα
του πληθυσμού και πλήττονται πολλαπλάσια από την οικονομική κρίση, υπονομεύοντας
όχι μόνον το παρόν, αλλά και το μέλλον τους.
Επειδή, αποτελεί συνταγματική υποχρέωση του
Κράτους να διασφαλίζει την πρόσβαση στη δημόσια και δωρεάν Ανώτατη Εκπαίδευση σε
όλους, ανεξάρτητα από οικονομικές και άλλες ανισότητες
Επειδή, ο νόμος 3966/2011 δεν προβλέπει κάποια
ρύθμιση για παιδιά οικογενειών με χαμηλά εισοδήματα
Επειδή η υπάρχουσα φοιτητική μέριμνα είναι
αναντίστοιχη των σημερινών κοινωνικών αναγκών, αλλά και της συνταγματικής υποχρέωσης
της Πολιτείας
Ερωτάται ο κ. Υπουργός:
1) Ποια μέτρα θα λάβει ώστε να δοθεί άμεσα
(κατά την τρέχουσα ακαδημαϊκή χρονιά) η δυνατότητα σε επιτυχόντες που αδυνατούν
να ανταποκριθούν στο κόστος των σπουδών τους, να σπουδάσουν στο ΑΕΙ επιτυχίας τους;
Σχεδιάζει ενδεχόμενη εφαρμογή, κατ’ εξαίρεση για φέτος, του μέτρου των μετεγγραφών,
στην προοπτική της δημιουργίας επαρκών υποδομών σίτισης – στέγασης που θα αντιμετώπιζε
ριζικά το πρόβλημα; Προτίθεται να εντάξει αυτόνομα τα εισοδηματικά κριτήρια στη
μοριοδότηση των μετεγγραφών στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση;
2) Πού αποσκοπεί η δραματική μείωση των
ειδικών θέσεων εισαγωγής πολυτέκνων στα κεντρικά Πανεπιστήμια και ΤΕΙ;
3) Ποιος είναι ο σχεδιασμός του Υπουργείου
Παιδείας για τη φοιτητική μέριμνα (σίτιση – στέγαση – ιατροφαρμακευτική περίθαλψη)
ώστε να αντιμετωπιστεί στην ουσία του το πρόβλημα της φοιτητικής διαρροής, δηλαδή
της εγκατάλειψης των σπουδών από επιτυχόντες φοιτητές που οι οικογένειές τους αδυνατούν
να καλύψουν τα έξοδα της φοίτησης σε τόπο μακριά από αυτόν της διαμονής τους;
Οι ερωτώντες βουλευτές
Χρήστος Μαντάς
Θεανώ Φωτίου
Ιωάννης Αμανατίδης
Καρά Γιουσούφ Αϊχάν
Τάσος Κουράκης
Γιώργος Πάντζας
Τζένη Βαμβακά
Μαρία Κανελλοπούλου
Έφη Γεωργοπούλου – Σαλτάρη
Παναγιώτα Δριτσέλη
Συρμαλένιος Νίκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου